- τηνελλα
- τήνελλαinterj. звукоподраж. тра-ля-ля!
τ. καλλίνικος! Arph. — ура победителю!
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
τ. καλλίνικος! Arph. — ура победителю!
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
τήνελλα — Hurrah! indeclform (indecl) τήνελλα Hurrah! neut nom/voc/acc pl τήνελλος Hurrah! neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τήνελλα — και τήνεβλα Α 1. λέξη που σχηματίστηκε για μίμηση ήχου τής χορδής κιθάρας ως επευφημία προς τον Ηρακλή («τήνελλα, ὦ καλλίνικε, χαῑρε», Αρχίλ.) 2. φρ. «τήνελλα, καλλίνικε» (ως επευφημία προς τους νικητές αγώνων) εύγε, μπράβο … Dictionary of Greek
τήνελλος — τήνελλα Hurrah! masc nom sg τήνελλος Hurrah! masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τήνελλος — και τήνεβλος, ον, Α [τήνελλα] αυτός που επευφημείται με το επιφώνημα τήνελλα* («ἐὰν νικᾱς..., τήνελλος εἶ», Αριστοφ.) … Dictionary of Greek
τήνεβλα — Α βλ. τήνελλα … Dictionary of Greek